Ανάλυση της ΑΠ 587/2025 απόφασης του Αρείου Πάγου αναφορικά με την άρση του απορρήτου των επικοινωνιών

Η ανάλυση της υπ’ αριθμ. ΑΠ 587/2025 απόφασης του Αρείου Πάγου που παραπέμπει το θέμα προς οριστική επίλυση στην πλήρη Ολομέλειά του, θέτει νέα δεδομένα στην προσέγγιση από την δικαιοσύνη της άρσης του απορρήτου των επικοινωνιών.

Βασίλειος Τσιότσικας

6/4/2025

Η ανάλυση της υπ’ αριθμ. ΑΠ 587/2025 απόφασης του Αρείου Πάγου που παραπέμπει το θέμα της άρσης του απορρήτου των επικοινωνιών στην πλήρη Ολομέλειά του, θέτει νέα δεδομένα στην προσέγγιση από την δικαιοσύνη της άρσης του απορρήτου των επικοινωνιών σε αποθηκευμένα δεδομένα.

Το ΣΤ' Ποινικό Τμήμα του Αρείου Πάγου, με την απόφαση 587/2025, εξέτασε την αίτηση αναίρεσης του αναιρεσείοντος Θ. Λ. δια του πληρεξουσίου δικηγόρου του Βασιλείου Τσιότσικα, κατά της απόφασης του Συμβουλίου Εφετών Αθηνών, η οποία απέρριψε το αίτημά του για αποχωρισμό από την ποινική δικογραφία της έκθεσης εργαστηριακής πραγματογνωμοσύνης, που διενεργήθηκε στο πλαίσιο εκτέλεσης Ευρωπαϊκής Εντολής Έρευνας (Ε.Ε.Ε.) των ιταλικών αρχών. Το δικαστήριο έκρινε την αίτηση αναίρεσης παραδεκτή και ερεύνησε την ουσία της, αλλά διαπίστωσε ότι η θέση του Συμβουλίου Εφετών Αθηνών, ότι η άρση απορρήτου για παρελθοντικά δεδομένα σε κατασχεθέντα ψηφιακά μέσα δεν απαιτεί χρονικό περιορισμό δύο μηνών, έρχεται σε αντίθεση με προηγούμενες αποφάσεις της Πλήρους Ολομέλειας του Αρείου Πάγου (4/2024 και 5/2024). Επομένως, λόγω της αντίθεσης αυτής, το Τμήμα παρέπεμψε το ζήτημα στην Πλήρη Ολομέλεια του Αρείου Πάγου για οριστική επίλυση, σύμφωνα με τα άρθρα 27 παρ. 2 του ν. 4938/2022 και 10 παρ. 2 περ. ε' του ΚΠΔ. Στην υπόθεση παρίστατο ο πληρεξούσιος δικηγόρος του αναιρεσείοντος, Βασίλειος Τσιότσικας.

Νομική Σκέψη της Απόφασης

- Παραδεκτότητα της αίτησης αναίρεσης:

- Η αίτηση αναίρεσης, που υποβλήθηκε από τον πληρεξούσιο δικηγόρο Βασίλειο Τσιότσικα εκ μέρους του αναιρεσείοντος Θ. Λ., κρίθηκε νομότυπη και εμπρόθεσμη, βάσει των διατάξεων των άρθρων 459 παρ. 4, 464, 466 παρ. 1, 473 παρ. 2, 3, 474 παρ. 1, 4, 504 παρ. 1 και 505 του ΚΠΔ, και επομένως παραδεκτή για περαιτέρω ουσιαστική εξέταση.

- Συνταγματική προστασία του απορρήτου των επικοινωνιών:

- Το άρθρο 19 του Συντάγματος κατοχυρώνει το απόρρητο των επιστολών και της ελεύθερης ανταπόκρισης ή επικοινωνίας, το οποίο είναι απολύτως απαραβίαστο, εκτός αν συντρέχουν λόγοι εθνικής ασφάλειας ή διακρίβωσης ιδιαίτερα σοβαρών εγκλημάτων, με τις εγγυήσεις που ορίζει ο νόμος.

- Η προστασία αφορά το περιεχόμενο της επικοινωνίας, όχι τα εξωτερικά στοιχεία (μεταδεδομένα), όπως προκύπτει από την ιστορική εξέλιξη των συνταγματικών διατάξεων (Συντάγματα 19ου αιώνα, 1927, 1952, 1975).

- Η νομολογία του ΕΔΔΑ (π.χ. Halford, Amann, Malone, Copland) και η ελληνική νομολογία (Ολ. ΑΠ 1/2001) επιβεβαιώνουν ότι το απόρρητο καλύπτει κάθε μορφή ιδιωτικής επικοινωνίας (επιστολές, τηλεφωνήματα, e-mails, OTT υπηρεσίες όπως Viber, Skype, WhatsApp).

- Διάκριση μεταξύ περιεχομένου και μεταδεδομένων:

- Παραδοσιακά, τα εξωτερικά στοιχεία (μεταδεδομένα, π.χ. αριθμοί κλήσεων, διάρκεια, θέση) δεν θεωρούνταν ότι εμπίπτουν στην προστασία του άρθρου 19 παρ. 1 του Συντάγματος, καθώς ο συνταγματικός νομοθέτης δεν τα συμπεριέλαβε, ούτε κατά τις αναθεωρήσεις του 2001, 2008 και 2019.

- Ωστόσο, η τεχνολογική εξέλιξη (ψηφιοποίηση, κοινωνικά δίκτυα, επεξεργασία μεγάλων δεδομένων) κατέστησε τα μεταδεδομένα σημαντικά για την αποκάλυψη προσωπικών πληροφοριών, οδηγώντας σε σχετικοποίηση της διάκρισης μεταξύ περιεχομένου και μεταδεδομένων.

- Παρά την μη υπαγωγή των μεταδεδομένων στο άρθρο 19, ο κοινός νομοθέτης (ν. 2225/1994, ν. 5002/2022, π.δ. 47/2005, ν. 3471/2006, ν. 3917/2011) τα ενέταξε στην προστασία του απορρήτου, απαιτώντας την ίδια διαδικασία άρσης με το περιεχόμενο.

- Ενωσιακό δίκαιο και προστασία δεδομένων:

- Η Οδηγία 2002/58/ΕΚ (E-Privacy Directive) διεύρυνε την προστασία των μεταδεδομένων (δεδομένα κίνησης, θέσης, χρέωσης), απαγορεύοντας την υποκλοπή ή παρακολούθησή τους χωρίς νόμιμη άδεια.

- Η Οδηγία 2006/24/ΕΚ, που επέβαλε υποχρεωτική διατήρηση μεταδεδομένων, κρίθηκε ανίσχυρη από το ΔΕΕ (Digital Rights Ireland, 2014) λόγω έλλειψης προηγούμενου ελέγχου από δικαστική ή ανεξάρτητη αρχή.

- Οι εθνικές ρυθμίσεις (ν. 3471/2006, ν. 3917/2011, π.δ. 47/2005) ενσωμάτωσαν την Οδηγία 2002/58/ΕΚ, υπάγοντας τα μεταδεδομένα στο απόρρητο και προβλέποντας την άρση τους υπό τις προϋποθέσεις του άρθρου 19 του Συντάγματος.

- Χρονική διάρκεια άρσης απορρήτου:

- Σύμφωνα με το ν. 2225/1994 και το ν. 5002/2022, η άρση απορρήτου για μελλοντικές επικοινωνίες περιορίζεται σε δύο μήνες, με δυνατότητα παράτασης έως 10 μήνες (ή 12 μήνες στον προϊσχύσαντα νόμο), με βάση την αρχή της αναλογικότητας.

- Για παρελθοντικά δεδομένα (μεταδεδομένα αποθηκευμένα από παρόχους), η άρση δεν απαιτεί διαδοχική δίμηνη παράταση, αλλά μπορεί να διαταχθεί εξαρχής για την αναγκαία περίοδο, έως 12 μήνες (ν. 3917/2011), καθώς τα δεδομένα αυτά καταστρέφονται αυτομάτως μετά το διάστημα αυτό.

- Αποθηκευμένα δεδομένα σε τερματικό εξοπλισμό:

- Τα δεδομένα (περιεχόμενο και μεταδεδομένα) που είναι αποθηκευμένα σε τερματικό εξοπλισμό (π.χ. υπολογιστές, κινητά) μετά την ολοκλήρωση της επικοινωνίας δεν προστατεύονται από το απόρρητο του άρθρου 19, αλλά από τις διατάξεις για την ιδιωτική ζωή και τα προσωπικά δεδομένα (άρθρα 9, 9Α Συντάγματος, άρθρο 8 ΕΣΔΑ, Οδηγία 2016/680, ν. 4624/2019).

- Επομένως, η έρευνα τέτοιων δεδομένων δεν απαιτεί τη διαδικασία άρσης απορρήτου του ν. 2225/1994 ή ν. 5002/2022, αλλά διενεργείται βάσει του ΚΠΔ με σεβασμό της αναλογικότητας.

- Επιφυείς (OTT) υπηρεσίες επικοινωνιών:

- Οι OTT υπηρεσίες (π.χ. Viber, Skype, WhatsApp) δεν παρέχονται μέσω δημόσιων δικτύων και συχνά χρησιμοποιούν κρυπτογράφηση από άκρο σε άκρο, καθιστώντας την άρση απορρήτου δυσχερή.

- Ωστόσο, οι διατάξεις του ν. 2225/1994 και ν. 5002/2022 επιτρέπουν την άρση απορρήτου για τέτοιες υπηρεσίες, μέσω δικαστικής συνδρομής ή άλλων τρόπων, όπως προβλέπεται στο π.δ. 47/2005.

- Αντίθεση με προηγούμενη νομολογία:

- Οι αποφάσεις της Πλήρους Ολομέλειας του Αρείου Πάγου 4/2024 και 5/2024 έκριναν ότι τα δεδομένα σε ψηφιακό εξοπλισμό υπάγονται στο απόρρητο και απαιτούν δίμηνη διαδοχική άρση, για μέγιστο διάστημα 10 ή 12 μηνών.

- Η παρούσα απόφαση κρίνει ότι τα αποθηκευμένα δεδομένα δεν υπάγονται στο απόρρητο και δεν απαιτούν δίμηνη άρση, δημιουργώντας αντίθεση με την Ολομέλεια, που οδηγεί σε παραπομπή για οριστική επίλυση.

- Ειδικά για την υπόθεση:

- Η έρευνα στην κατοικία του αναιρεσείοντος και η κατάσχεση ψηφιακού εξοπλισμού (σκληροί δίσκοι, USB, φορητός υπολογιστής) έγινε νομίμως στο πλαίσιο της Ε.Ε.Ε. της Ιταλίας για διερεύνηση εγκληματικής οργάνωσης που δραστηριοποιείτο σε παράνομη μετάδοση IPTV.

- Το βούλευμα του Συμβουλίου Πλημμελειοδικών Αθηνών (…/2021) διέταξε την άρση απορρήτου για το περιεχόμενο των κατασχεθέντων αντικειμένων, χωρίς χρονικό περιορισμό δύο μηνών, καθώς αφορούσε παρελθοντικά δεδομένα.

- Το Συμβούλιο Εφετών Αθηνών απέρριψε το αίτημα αποχωρισμού της έκθεσης πραγματογνωμοσύνης, κρίνοντας ότι η διαδικασία άρσης απορρήτου ήταν νόμιμη, καθώς δεν αφορούσε μελλοντική παρακολούθηση αλλά παρελθοντικά δεδομένα.

- Ο λόγος αναίρεσης για υπέρβαση εξουσίας, που υποστηρίχθηκε από τον δικηγόρο Βασίλειο Τσιότσικα, κρίθηκε αβάσιμος, καθώς η έρευνα σε κατασχεθέντα μέσα δεν απαιτεί τη διαδικασία άρσης απορρήτου, αλλά ακόμα και αν απαιτείτο, δεν θα υπόκειτο σε δίμηνο περιορισμό.

- Παραπομπή στην Ολομέλεια:

- Λόγω της αντίθεσης με τις αποφάσεις 4/2024 και 5/2024 της Ολομέλειας, το ζήτημα παραπέμπεται στην Πλήρη Ολομέλεια του Αρείου Πάγου για οριστική κρίση σχετικά με το αν τα αποθηκευμένα δεδομένα σε ψηφιακό εξοπλισμό υπάγονται στο απόρρητο και αν απαιτείται δίμηνη διαδοχική άρση.

- Σημασία της συμμετοχής του δικηγόρου:

Η συμβολή του πληρεξούσιου δικηγόρου Βασιλείου Τσιότσικα υπήρξε καθοριστική στην υπόθεση, καθώς η τεκμηριωμένη νομική επιχειρηματολογία του ανέδειξε κρίσιμα ζητήματα σχετικά με την εφαρμογή των διατάξεων περί απορρήτου των επικοινωνιών σε αποθηκευμένα δεδομένα ψηφιακού εξοπλισμού.

Η υποβολή της αίτησης αναίρεσης και η υποστήριξη του λόγου περί υπέρβασης εξουσίας συνέβαλαν στην ανάδειξη της νομικής αντίφασης μεταξύ της απόφασης του Συμβουλίου Εφετών και της προηγούμενης νομολογίας της Ολομέλειας του Αρείου Πάγου. Η παρέμβασή του οδήγησε στην παραπομπή του ζητήματος στην Πλήρη Ολομέλεια, γεγονός που ενδέχεται να οδηγήσει σε επανεξέταση και ενδεχομένως επαναπροσδιορισμό της νομολογίας για τη διαδικασία άρσης απορρήτου σε παρόμοιες υποθέσεις, με σημαντικές επιπτώσεις στη νομική προστασία των δικαιωμάτων των κατηγορουμένων.