Διανοητική ιδιοκτησία – Δικαιώματα πνευματικής ιδιοκτησίας και συγγενικά δικαιώματα – Νομική προστασία των προγραμμάτων ηλεκτρονικών υπολογιστών

Περίληψη από το ανακοινωθέν τύπου του Δικαστηρίου της Ευρωπαϊκής Ένωσης. Πηγή: (curia.europa.eu)

Απόφαση του Δικαστηρίου στην υπόθεση C-159/23 | Sony Computer Entertainment Europe

Κατά την οδηγία για τη νομική προστασία των προγραμμάτων ηλεκτρονικών υπολογιστών, ο δικαιούχος της εν λόγω προστασίας δεν μπορεί να απαγορεύσει σε τρίτον την εμπορία λογισμικού το οποίο απλώς τροποποιεί ορισμένες μεταβλητές εισαγόμενες προσωρινά στη μνήμη RAM κονσόλας βιντεοπαιχνιδιών. 

ΑΠΟΦΑΣΗ ΤΟΥ ΔΙΚΑΣΤΗΡΙΟΥ (πρώτο τμήμα)

Προγράμματα Ηλεκτρονικών Υπολογιστών- Διανοητική Ιδιοκτησία - Οδηγία 2009/24/ΕΚ

Ερωτήματα:

Θίγεται η προστασία προγράμματος ηλεκτρονικού υπολογιστή βάσει του άρθρου 1, παράγραφοι 1 έως 3, της οδηγίας 2009/24/ΕΚ 1 όταν, χωρίς να μεταβάλλεται ο κώδικας μηχανής και ο πηγαίος κώδικας προγράμματος ηλεκτρονικού υπολογιστή ή η δυνατότητα αναπαραγωγής αυτού, άλλο πρόγραμμα, το οποίο εκτελείται ταυτόχρονα με το προστατευόμενο πρόγραμμα ηλεκτρονικού υπολογιστή, τροποποιεί το περιεχόμενο μεταβλητών τις οποίες το τελευταίο έχει εγκαταστήσει στην τοπική μνήμη και τις χρησιμοποιεί κατά την εκτέλεση του προγράμματος;

Υφίσταται μετατροπή κατά την έννοια του άρθρου 4, παράγραφος 1, στοιχείο β΄, της οδηγίας 2009/24/ΕΚ όταν, χωρίς να μεταβάλλεται ο κώδικας μηχανής και ο πηγαίος κώδικας προγράμματος ηλεκτρονικού υπολογιστή ή η δυνατότητα αναπαραγωγής αυτού, κάποιο άλλο πρόγραμμα, το οποίο εκτελείται ταυτόχρονα με το προστατευόμενο πρόγραμμα ηλεκτρονικού υπολογιστή, τροποποιεί το περιεχόμενο μεταβλητών τις οποίες το τελευταίο έχει εγκαταστήσει στην τοπική μνήμη και τις χρησιμοποιεί κατά την εκτέλεση του προγράμματος;

Το κείμενο της απόφασης:

της 17ης Οκτωβρίου 2024 (*)

Στην υπόθεση C 159/23,

με αντικείμενο αίτηση προδικαστικής αποφάσεως δυνάμει του άρθρου 267 ΣΛΕΕ, που υπέβαλε το Bundesgerichtshof (Ανώτατο Ομοσπονδιακό Δικαστήριο, Γερμανία) με απόφαση της 23ης Φεβρουαρίου 2023, η οποία περιήλθε στο Δικαστήριο στις 15 Μαρτίου 2023, στο πλαίσιο της δίκης

Sony Computer Entertainment Europe Ltd

κατά

Datel Design and Development Ltd,

Datel Direct Ltd,

JS,

ΤΟ ΔΙΚΑΣΤΗΡΙΟ (πρώτο τμήμα),

συγκείμενο από τους T. von Danwitz, Αντιπρόεδρο του Δικαστηρίου, προεδρεύοντα του πρώτου τμήματος, A. Arabadjiev και I. Ziemele (εισηγήτρια), δικαστές,

γενικός εισαγγελέας: M. Szpunar

γραμματέας: N. Mundhenke, διοικητική υπάλληλος,

έχοντας υπόψη την έγγραφη διαδικασία και κατόπιν της επ’ ακροατηρίου συζητήσεως της 25ης Ιανουαρίου 2024,

λαμβάνοντας υπόψη τις παρατηρήσεις που υπέβαλαν:

– η Sony Computer Entertainment Europe Ltd, εκπροσωπούμενη από τους B. Arnold, C. Rohnke και J. Wergin, Rechtsanwälte,

– η Datel Design and Development Ltd, η Datel Direct Ltd και ο JS, εκπροσωπούμενοι από τους W. Scheuerl, C. Triebe και T. von Plehwe, Rechtsanwälte,

– η Ευρωπαϊκή Επιτροπή, εκπροσωπούμενη από την J. Samnadda και τον G. von Rintelen,

αφού άκουσε τον γενικό εισαγγελέα που ανέπτυξε τις προτάσεις του κατά τη συνεδρίαση της 25ης Απριλίου 2024,

εκδίδει την ακόλουθη

Απόφαση

1 Η αίτηση προδικαστικής αποφάσεως αφορά την ερμηνεία του άρθρου 1, παράγραφοι 1 έως 3, και του άρθρου 4, παράγραφος 1, στοιχείο βʹ, της οδηγίας 2009/24/ΕΚ του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου, της 23ης Απριλίου 2009, για τη νομική προστασία των προγραμμάτων ηλεκτρονικών υπολογιστών (ΕΕ 2009, L 111, σ. 16).

2 Η αίτηση αυτή υποβλήθηκε στο πλαίσιο ένδικης διαφοράς μεταξύ της Sony Computer Entertainment Europe Ltd (στο εξής: Sony), εταιρίας η οποία διανέμει, μεταξύ άλλων, κονσόλες βιντεοπαιχνιδιών PlayStation και παιχνίδια για τις κονσόλες αυτές, και των Datel Design and Development Ltd και Datel Direct Ltd (στο εξής, από κοινού: Datel), ομίλου εταιριών που αναπτύσσει, παράγει και διανέμει λογισμικά, καθώς και του διευθυντή τους, σχετικά με τη φερόμενη προσβολή, εκ μέρους των τελευταίων, του αποκλειστικού δικαιώματος της Sony να παρέχει άδεια για οποιαδήποτε μετατροπή προγράμματος ηλεκτρονικού υπολογιστή ιδιοκτησίας της Sony.

Το νομικό πλαίσιο

Το διεθνές δίκαιο

Η Συνθήκη ΠΟΔΙ περί πνευματικής ιδιοκτησίας

3 Στις 20 Δεκεμβρίου 1996 ο Παγκόσμιος Οργανισμός Διανοητικής Ιδιοκτησίας (ΠΟΔΙ) συνήψε στη Γενεύη τη Συνθήκη του ΠΟΔΙ για την πνευματική ιδιοκτησία, η οποία τέθηκε σε ισχύ στις 6 Μαρτίου 2002. Η Συνθήκη αυτή εγκρίθηκε εξ ονόματος της Ευρωπαϊκής Κοινότητας με την απόφαση 2000/278/ΕΚ του Συμβουλίου, της 16ης Μαρτίου 2000 (ΕΕ 2000, L 89, σ. 6).

4 Το άρθρο 2 της Συνθήκης ορίζει τα εξής:

«Η προστασία της πνευματικής ιδιοκτησίας καλύπτει τις δημιουργίες, αλλά όχι τις ιδέες, τις διαδικασίες, τις μεθόδους λειτουργίας ή τις μαθηματικές έννοιες αυτές καθαυτές.»

Η συμφωνία TRIPS

5 Η συμφωνία για τα δικαιώματα πνευματικής ιδιοκτησίας στον τομέα του εμπορίου (στο εξής: συμφωνία TRIPS), η οποία περιλαμβάνεται στο παράρτημα 1Γ της Συμφωνίας για την ίδρυση του Παγκόσμιου Οργανισμού Εμπορίου (ΠΟΕ), υπεγράφη στις 15 Απριλίου 1994 στο Μαρακές και εγκρίθηκε με την απόφαση 94/800/ΕΚ του Συμβουλίου, της 22ας Δεκεμβρίου 1994, σχετικά με την εξ ονόματος της Ευρωπαϊκής Κοινότητας σύναψη των συμφωνιών που απέρρευσαν από τις πολυμερείς διαπραγματεύσεις του Γύρου της Ουρουγουάης (1986-1994), καθ’ όσον αφορά τα θέματα που εμπίπτουν στις αρμοδιότητές της (ΕΕ 1994, L 336, σ. 1).

6 Το άρθρο 10 της συμφωνίας TRIPS, το οποίο τιτλοφορείται «Προγράμματα ηλεκτρονικού υπολογιστή και μεταγλωττίσεις δεδομένων», ορίζει τα εξής:

«1. Τα προγράμματα ηλεκτρονικού υπολογιστή, είτε σε πηγαίο κώδικα είτε σε αντικειμενικό κώδικα, χαίρουν της ίδιας προστασίας όπως και τα λογοτεχνικά έργα βάσει της Συμβάσεως της Βέρνης [για την προστασία των λογοτεχνικών και καλλιτεχνικών έργων, που υπογράφηκε στη Βέρνη στις 9 Σεπτεμβρίου 1886, όπως τροποποιήθηκε με την πράξη των Παρισίων της 24ης Ιουλίου 1971 (στο εξής: Σύμβαση της Βέρνης)].

2. Οι μεταγλωττίσεις δεδομένων και κάθε άλλο υλικό, είτε είναι σε μορφή αναγνώσιμη από μηχανή είτε όχι, που εξαιτίας της επιλογής ή της διάταξης των περιεχομένων τους αποτελούν πνευματικές δημιουργίες χαίρουν προστασίας ως τέτοιες. Η εν λόγω προστασία, η οποία δεν εκτείνεται και στα ίδια τα δεδομένα ή στο ίδιο το υλικό, δεν θίγει τυχόν δικαιώματα δημιουργού που υφίστανται ως προς τα δεδομένα ή το υλικό».

Η Σύμβαση της Βέρνης

7 Το άρθρο 2, παράγραφοι 1 και 3, της Συμβάσεως της Βέρνης προβλέπει τα εξής:

«(1) Οι όροι “λογοτεχνικά και καλλιτεχνικά έργα” περιλαμβάνουν όλας τας παραγωγάς λογοτεχνικής, επιστημονικής και καλλιτεχνικής φύσεως, οιοσδήποτε είναι ο τρόπος και η μορφή εκφράσεως, ως: τα βιβλία, φυλλάδια και λοιπά γραπτά, τας διαλέξεις, τας προσφωνήσεις, τα κηρύγματα και άλλα έργα της αυτής φύσεως, τα δραματικά και δραματικομουσικά έργα, τα χορογραφικά έργα και τας παντομίμας, τας μουσικάς συνθέσεις μετά ή άνευ λόγων, τα κινηματογραφικά έργα, με τα οποία εξομοιούνται τα εκφραζόμενα διά μέσου αναλόγου προς την κινηματογραφίαν, τα έργα ιχνογραφίας, ζωγραφικής, αρχιτεκτονικής, γλυπτικής, χαρακτικής, λιθογραφίας, τα φωτογραφικά έργα προς τα οποία εξομοιούνται τα εκφραζόμενα διά μέσου αναλόγου προς την φωτογραφίαν, τα έργα των εφηρμοσμένων τεχνών, τας εικονογραφήσεις, τους γεωγραφικούς χάρτας, τα σχέδια, σκίτσα και πλαστικά έργα σχετικά με την γεωγραφίαν, την τοπογραφίαν, την αρχιτεκτονικήν ή τας επιστήμας.

[...]

3) Προστατεύονται ως πρωτότυπα έργα, με την επιφύλαξη των δικαιωμάτων του δημιουργού του πρωτότυπου έργου, οι μεταφράσεις, προσαρμογές, διευθετήσεις μουσικής και άλλες μετατροπές λογοτεχνικού ή καλλιτεχνικού έργου.»

Το δίκαιο της Ένωσης

Η οδηγία 91/250

8 Το άρθρο 1 της οδηγίας 91/250/ΕΟΚ του Συμβουλίου, της 14ης Μαΐου 1991, για τη νομική προστασία των προγραμμάτων ηλεκτρονικών υπολογιστών (ΕΕ 1991, L 122, σ. 42), με τίτλο «Αντικείμενο της προστασίας», όριζε τα εξής:

«1. Σύμφωνα με τις διατάξεις της παρούσας οδηγίας, τα κράτη μέλη προστατεύουν τα προγράμματα ηλεκτρονικών υπολογιστών με δικαιώματα πνευματικής ιδιοκτησίας σαν λογοτεχνικά έργα κατά την έννοια της σύμβασης της Βέρνης για την προστασία των λογοτεχνικών και καλλιτεχνικών έργων. Για τους σκοπούς της παρούσας οδηγίας, ο όρος “προγράμματα ηλεκτρονικών υπολογιστών” περιλαμβάνει και το προπαρασκευαστικό υλικό σχεδιασμού τους.

2. Η προστασία σύμφωνα με την παρούσα οδηγία ισχύει για κάθε μορφή έκφρασης ενός προγράμματος ηλεκτρονικού υπολογιστή. Οι ιδέες και οι αρχές στις οποίες βασίζεται οποιοδήποτε στοιχείο προγράμματος ηλεκτρονικού υπολογιστή, περιλαμβανομένων και εκείνων στις οποίες βασίζονται τα συστήματα διασύνδεσής του, δεν προστατεύονται με δικαιώματα πνευματικής ιδιοκτησίας βάσει της παρούσας οδηγίας.

3. Ένα πρόγραμμα ηλεκτρονικού υπολογιστή προστατεύεται εφόσον είναι πρωτότυπο με την έννοια ότι είναι αποτέλεσμα προσωπικής πνευματικής εργασίας του δημιουργού του. Η παροχή της προστασίας δεν εξαρτάται από την εφαρμογή κανενός άλλου κριτηρίου.»

9 Η οδηγία 91/250 αντικαταστάθηκε από την οδηγία 2009/24, η οποία τέθηκε σε ισχύ στις 25 Μαΐου 2009.

Η οδηγία 2009/24

10 Οι αιτιολογικές σκέψεις 2, 7, 10, 11 και 15 της οδηγίας 2009/24 έχουν ως εξής:

«(2) Η κατάρτιση προγραμμάτων ηλεκτρονικών υπολογιστών απαιτεί την ανάλωση σημαντικών ανθρώπινων, τεχνικών και οικονομικών πόρων, ενώ τα προγράμματα ηλεκτρονικών υπολογιστών μπορούν να αντιγραφούν με μικρό μέρος του κόστους που απαιτείται για την ανεξάρτητη κατάρτισή τους.

[...]

(7) Για τους σκοπούς της παρούσας οδηγίας, ο όρος “πρόγραμμα ηλεκτρονικού υπολογιστή” περιλαμβάνει προγράμματα κάθε μορφής, περιλαμβανομένων και εκείνων που είναι ενσωματωμένα στο υλικό. Ο όρος αυτός περιλαμβάνει επίσης προπαρασκευαστική εργασία σχεδιασμού που οδηγεί στην κατάρτιση ενός προγράμματος ηλεκτρονικού υπολογιστή εφόσον η φύση της προπαρασκευαστικής εργασίας είναι τέτοια που το πρόγραμμα του ηλεκτρονικού υπολογιστή μπορεί να προκύψει από αυτή σε ένα υστερότερο στάδιο.

[...]

(10) Η λειτουργία ενός προγράμματος ηλεκτρονικών υπολογιστών είναι η επικοινωνία και η συνεργασία με τις άλλες μονάδες ενός συστήματος ηλεκτρονικών υπολογιστών και με τους χρήστες και, για το σκοπό αυτό, απαιτείται μια λογική και, σε ορισμένες περιπτώσεις, υλική διασύνδεση και διάλογος, ώστε να δίνεται η δυνατότητα σε όλα τα στοιχεία του λογισμικού και του υλικού να συνεργαστούν με άλλα λογισμικά και υλικά καθώς και χρήστες με όλους τους τρόπους λειτουργίας τους. [...]

(11) Για την άρση αμφιβολιών, θα πρέπει να διευκρινιστεί ότι προστατεύεται μόνο η έκφραση ενός προγράμματος ηλεκτρονικών υπολογιστών και ότι οι ιδέες και οι αρχές στις οποίες βασίζεται οποιοδήποτε στοιχείο του προγράμματος, περιλαμβανομένων και εκείνων στις οποίες βασίζονται τα συστήματα διασύνδεσης, δεν προστατεύονται με δικαιώματα πνευματικής ιδιοκτησίας βάσει της παρούσας οδηγίας. Σύμφωνα με την αρχή αυτή της πνευματικής ιδιοκτησίας, στο βαθμό που η λογική, οι αλγόριθμοι και οι γλώσσες προγραμματισμού περιλαμβάνουν ιδέες και αρχές, αυτές οι ιδέες και αρχές δεν προστατεύονται με την παρούσα οδηγία. Σύμφωνα με τη νομοθεσία και τη νομολογία των κρατών μελών και τις διεθνείς συμβάσεις περί πνευματικής ιδιοκτησίας, η έκφραση αυτών των ιδεών και αρχών πρέπει να προστατεύεται με δικαιώματα πνευματικής ιδιοκτησίας.

[...]

(15) Η χωρίς άδεια αναπαραγωγή, μετάφραση, προσαρμογή ή μετατροπή της μορφής του κώδικα με τον οποίο έχει δοθεί ένα αντίγραφο προγράμματος ηλεκτρονικού υπολογιστή, αποτελεί προσβολή των αποκλειστικών δικαιωμάτων του δημιουργού. Εντούτοις, υπό ορισμένες συνθήκες, η εν λόγω αναπαραγωγή του κώδικα και η μετάφραση της μορφής του μπορεί να είναι απαραίτητες για τη λήψη των πληροφοριών που χρειάζονται για την επίτευξη της διαλειτουργικότητας ενός ανεξάρτητα δημιουργηθέντος προγράμματος με άλλα προγράμματα. Μόνο στις περιορισμένες αυτές περιπτώσεις, η διενέργεια των πράξεων αναπαραγωγής και μετάφρασης εκ μέρους ή εξ ονόματος προσώπου που έχει δικαίωμα χρήσης αντιγράφου του προγράμματος θα πρέπει να θεωρηθεί ότι είναι θεμιτή και σύμφωνη με τα συναλλακτικά ήθη, και πρέπει συνεπώς να μην απαιτείται άδεια του δικαιούχου. [...]»

11 Το άρθρο 1, παράγραφοι 1 έως 3, της ανωτέρω οδηγίας προβλέπει τα εξής:

«1. Σύμφωνα με τις διατάξεις της παρούσας οδηγίας, τα κράτη μέλη προστατεύουν τα προγράμματα ηλεκτρονικών υπολογιστών με δικαιώματα πνευματικής ιδιοκτησίας σαν λογοτεχνικά έργα κατά την έννοια της σύμβασης της Βέρνης για την προστασία των λογοτεχνικών και καλλιτεχνικών έργων. Για τους σκοπούς της παρούσας οδηγίας, ο όρος “προγράμματα ηλεκτρονικών υπολογιστών” περιλαμβάνει και το προπαρασκευαστικό υλικό σχεδιασμού τους.

2. Η προστασία σύμφωνα με την παρούσα οδηγία ισχύει για κάθε μορφή έκφρασης ενός προγράμματος ηλεκτρονικού υπολογιστή. Οι ιδέες και οι αρχές στις οποίες βασίζεται οποιοδήποτε στοιχείο προγράμματος ηλεκτρονικού υπολογιστή, περιλαμβανομένων και εκείνων στις οποίες βασίζονται τα συστήματα διασύνδεσής του, δεν προστατεύονται με δικαιώματα πνευματικής ιδιοκτησίας βάσει της παρούσας οδηγίας.

3. Ένα πρόγραμμα ηλεκτρονικού υπολογιστή προστατεύεται εφόσον είναι πρωτότυπο με την έννοια ότι είναι αποτέλεσμα προσωπικής πνευματικής εργασίας του δημιουργού του. Η παροχή της προστασίας δεν εξαρτάται από την εφαρμογή κανενός άλλου κριτηρίου.»

12 Το άρθρο 4, παράγραφος 1, της εν λόγω οδηγίας προβλέπει τα ακόλουθα:

«Με την επιφύλαξη των άρθρων 5 και 6, στα αποκλειστικά δικαιώματα του δικαιούχου κατά την έννοια του άρθρου 2 περιλαμβάνεται το δικαίωμα να πραγματοποιεί ή να παρέχει άδεια για:

[...]

β) μετάφραση, προσαρμογή, διαρρύθμιση ή οποιαδήποτε άλλη μετατροπή του προγράμματος ηλεκτρονικού υπολογιστή και αναπαραγωγή των αποτελεσμάτων του, με την επιφύλαξη των δικαιωμάτων του προσώπου που τροποποιεί το πρόγραμμα·

[...]».

Το γερμανικό δίκαιο

13 Το άρθρο 69 του Gesetz über Urheberrecht und verwandte Schutzrechte – Urheberrechtsgesetz (νόμου περί πνευματικής ιδιοκτησίας και συγγενικών δικαιωμάτων), της 9ης Σεπτεμβρίου 1965 (BGBl. 1965 I, σ. 1273), όπως τροποποιήθηκε με τον νόμο της 23ης Ιουνίου 2021 (BGBl. 2021 I, σ. 1858) (στο εξής: UrhG), ορίζει τα εξής:

«1. Τα προγράμματα ηλεκτρονικών υπολογιστών κατά την έννοια του παρόντος νόμου είναι προγράμματα σε κάθε μορφή, συμπεριλαμβανομένου του προπαρασκευαστικού υλικού σχεδιασμού τους.

2. Η προστασία ισχύει για κάθε μορφή εκφράσεως ενός προγράμματος ηλεκτρονικού υπολογιστή. Οι ιδέες και οι αρχές στις οποίες βασίζεται οποιοδήποτε στοιχείο προγράμματος ηλεκτρονικού υπολογιστή, περιλαμβανομένων και εκείνων στις οποίες βασίζονται τα συστήματα διασυνδέσεώς του, δεν προστατεύονται.

3. Ένα πρόγραμμα ηλεκτρονικού υπολογιστή προστατεύεται εφόσον είναι πρωτότυπο, υπό την έννοια ότι είναι αποτέλεσμα προσωπικής πνευματικής εργασίας του δημιουργού του. Η παροχή της προστασίας δεν εξαρτάται από την εφαρμογή κανενός άλλου κριτηρίου, ιδίως ποιοτικού ή αισθητικού.»

14 Το άρθρο 69c του UrhG έχει ως εξής:

«Ο δικαιούχος έχει το αποκλειστικό δικαίωμα να πραγματοποιεί ή να παρέχει άδεια για:

[...]

2. μετάφραση, προσαρμογή, διαρρύθμιση ή οποιαδήποτε άλλη μετατροπή του προγράμματος ηλεκτρονικού υπολογιστή και αναπαραγωγή των αποτελεσμάτων του. Τα δικαιώματα των προσώπων που προσαρμόζουν το πρόγραμμα ηλεκτρονικού υπολογιστή δεν θίγονται.»

Η διαφορά της κύριας δίκης και τα προδικαστικά ερωτήματα

15 Η Sony εμπορεύεται, ως κάτοχος αποκλειστικής αδείας εκμεταλλεύσεως για την Ευρώπη, κονσόλες παιχνιδιών PlayStation, καθώς και παιχνίδια για τις εν λόγω κονσόλες. Μέχρι το 2014 η Sony εμπορευόταν, μεταξύ άλλων, την κονσόλα PlayStationPortable (στο εξής: κονσόλα PSP) καθώς και παιχνίδια προοριζόμενα για την κονσόλα αυτή, μεταξύ δε αυτών το παιχνίδι «MotorStorm: Arctic Edge» (στο εξής: επίμαχο παιχνίδι).

16 Η Datel αναπτύσσει, παράγει και διανέμει λογισμικά, μεταξύ άλλων, προϊόντα που λειτουργούν συμπληρωματικά στις κονσόλες των παιχνιδιών της Sony, μεταξύ των οποίων και το λογισμικό Action replay PSP, καθώς και μια συσκευή, το Tilt FX, συνοδευόμενο από λογισμικό με το ίδιο όνομα, μέσω του οποίου καθίσταται δυνατός ο χειρισμός της κονσόλας PSP με κινήσεις στον χώρο. Τα λογισμικά αυτά λειτουργούν αποκλειστικώς με τα πρωτότυπα παιχνίδια της Sony.

17 Για την εκτέλεση του λογισμικού Action replay PSP απαιτείται η σύνδεση της κονσόλας PSP με υπολογιστή και εισαγωγή σε αυτή μιας φορητής μνήμης USB μέσω της οποίας μεταφορτώνεται το εν λόγω λογισμικό. Μετά την επανεκκίνηση της εν λόγω κονσόλας, ο χρήστης διαθέτει, στη διεπαφή, την πρόσθετη καρτέλα «Action replay» η οποία του προσφέρει επιλογές παιχνιδιού μη προβλεπόμενες από τη Sony στο συγκεκριμένο στάδιο του παιχνιδιού. Η εν λόγω καρτέλα περιλαμβάνει, επί παραδείγματι, όσον αφορά το επίμαχο παιχνίδι, επιλογές οι οποίες αίρουν κάθε περιορισμό ως προς τη χρήση του «turbo» (booster) ή ως προς τη διάθεση όχι μόνον ενός μέρους των προγραμμάτων οδηγήσεως, αλλά και του μέρους αυτών το οποίο, διαφορετικά, θα ενεργοποιείτο μόνον εφόσον θα είχε επιτευχθεί συγκεκριμένος αριθμός πόντων.

18 Όσον αφορά το Tilt FX, ο χρήστης διαθέτει αισθητήρα συνδεδεμένο με την κονσόλα PSP, μέσω του οποίου καθίσταται δυνατός ο χειρισμός της εν λόγω κονσόλας με κινήσεις στον χώρο. Στην εν λόγω κονσόλα πρέπει επίσης να εισαχθεί μια φορητή μνήμη USB, προκειμένου να προετοιμασθεί η παρέμβαση του αισθητήρα κινήσεως, όπερ καθιστά διαθέσιμη, στη διεπαφή, μια πρόσθετη καρτέλα που αίρει, μεταξύ άλλων, ορισμένους περιορισμούς. Επομένως, για το επίμαχο παιχνίδι, χάρη στη λειτουργία αυτήν είναι δυνατή η απεριόριστη χρήση του turbo.

19 Στην υπόθεση της κύριας δίκης, η Sony υποστήριξε, μεταξύ άλλων, ότι, μέσω συσκευών και προϊόντων λογισμικού της Datel οι χρήστες μετατρέπουν το λογισμικό στο οποίο στηρίζεται το συγκεκριμένο παιχνίδι κατά τρόπο παράνομο από απόψεως δικαίου πνευματικής ιδιοκτησίας. Συναφώς, ζήτησε, μεταξύ άλλων, την παύση της εμπορίας των εν λόγω συσκευών και λογισμικών, καθώς και την αποκατάσταση της ζημίας που ισχυρίζεται ότι υπέστη.

20 Με απόφαση της 24ης Ιανουαρίου 2012, το Landgericht Hamburg (πρωτοδικείο Αμβούργου, Γερμανία) έκανε εν μέρει δεκτά τα αιτήματα της Sony. Εντούτοις, η απόφασή του ανετράπη κατ’ έφεση από το Oberlandesgericht Hamburg (εφετείο Αμβούργου, Γερμανία), το οποίο απέρριψε την αγωγή της Sony στο σύνολό της.

21 Επιληφθέν αιτήσεως αναιρέσεως (Revision) κατά της αποφάσεως του Oberlandesgericht Hamburg (εφετείου Αμβούργου), το αιτούν δικαστήριο επισημαίνει ότι η ευδοκίμηση της αιτήσεως αναιρέσεως εξαρτάται από το κατά πόσον η χρήση των λογισμικών της Datel προσβάλλει το αποκλειστικό δικαίωμα της Sony περί μετατροπής προγράμματος ηλεκτρονικού υπολογιστή, κατά την έννοια του άρθρου 69c, σημείο 2, του UrhG. Ωστόσο, η εφαρμογή της διατάξεως αυτής στη διαφορά της κύριας δίκης εξαρτάται από την ερμηνεία του άρθρου 1, παράγραφοι 1 έως 3, και του άρθρου 4, παράγραφος 1, στοιχείο βʹ, της οδηγίας 2009/24, η οποία ερίζεται.

22 Συγκεκριμένα, πρώτον, τίθεται το ζήτημα αν η χρήση των λογισμικών της Datel επηρεάζει το προστατευτικό πεδίο του προγράμματος ηλεκτρονικού υπολογιστή όταν δεν υπάρχει τροποποίηση του πηγαίου κώδικα ή του αντικειμενικού κώδικα του προγράμματος αυτού ή της αναπαραγωγής του, αλλά ένα άλλο πρόγραμμα ηλεκτρονικού υπολογιστή, που εκτελείται ταυτόχρονα με το προστατευόμενο πρόγραμμα ηλεκτρονικού υπολογιστή, τροποποιεί το περιεχόμενο των μεταβλητών τις οποίες το προστατευόμενο πρόγραμμα ηλεκτρονικού υπολογιστή έχει εισαγάγει στη μνήμη RAM του εν λόγω ηλεκτρονικού υπολογιστή και τις οποίες χρησιμοποιεί κατά την εκτέλεση του προγράμματος αυτού. Το αιτούν δικαστήριο διερωτάται, στο πλαίσιο αυτό, αν το περιεχόμενο των εν λόγω μεταβλητών εμπίπτει στο προστατευτικό πεδίο των δικαιωμάτων πνευματικής ιδιοκτησίας επί του προγράμματος ηλεκτρονικού υπολογιστή.

23 Δεύτερον, είναι αναγκαίο να διευκρινισθεί το περιεχόμενο της εννοίας της «μετατροπής» του άρθρου 4, παράγραφος 1, στοιχείο βʹ, της οδηγίας 2009/24, ιδίως δε προκειμένου να διαπιστωθεί αν η έννοια αυτή καλύπτει την περίπτωση κατά την οποία ο αντικειμενικός ή ο πηγαίος κώδικας ενός προγράμματος ηλεκτρονικού υπολογιστή ή της αναπαραγωγής του δεν μεταβάλλεται, πλην όμως κάποιο άλλο πρόγραμμα, το οποίο εκτελείται ταυτόχρονα με το προστατευόμενο πρόγραμμα ηλεκτρονικού υπολογιστή, τροποποιεί το περιεχόμενο των μεταβλητών τις οποίες το τελευταίο έχει εισαγάγει στη μνήμη RAM και τις χρησιμοποιεί κατά την εκτέλεση του προγράμματος αυτού.

24 Υπό τις συνθήκες αυτές, το Bundesgerichtshof (Ανώτατο Ομοσπονδιακό Δικαστήριο, Γερμανία) αποφάσισε να αναστείλει την ενώπιόν του διαδικασία και να υποβάλει στο Δικαστήριο τα ακόλουθα προδικαστικά ερωτήματα:

«1) Θίγεται η προστασία προγράμματος ηλεκτρονικού υπολογιστή βάσει του άρθρου 1, παράγραφοι 1 έως 3, της οδηγίας 2009/24 όταν, χωρίς να μεταβάλλεται ο αντικειμενικός κώδικας και ο πηγαίος κώδικας προγράμματος ηλεκτρονικού υπολογιστή ή η δυνατότητα αναπαραγωγής αυτού, άλλο πρόγραμμα, το οποίο εκτελείται ταυτόχρονα με το προστατευόμενο πρόγραμμα ηλεκτρονικού υπολογιστή, τροποποιεί το περιεχόμενο μεταβλητών τις οποίες το τελευταίο έχει εισαγάγει στη μνήμη τυχαίας προσπέλασης (RAM) και τις χρησιμοποιεί κατά την εκτέλεση του προγράμματος;

2) Υφίσταται μετατροπή κατά την έννοια του άρθρου 4, παράγραφος 1, στοιχείο βʹ, της οδηγίας 2009/24 όταν, χωρίς να μεταβάλλεται ο αντικειμενικός κώδικας και ο πηγαίος κώδικας προγράμματος ηλεκτρονικού υπολογιστή ή η δυνατότητα αναπαραγωγής αυτού, κάποιο άλλο πρόγραμμα, το οποίο εκτελείται ταυτόχρονα με το προστατευόμενο πρόγραμμα ηλεκτρονικού υπολογιστή, τροποποιεί το περιεχόμενο μεταβλητών τις οποίες το τελευταίο έχει εισαγάγει στη μνήμη RAM και τις χρησιμοποιεί κατά την εκτέλεση του προγράμματος;»

Επί των προδικαστικών ερωτημάτων

Επί του πρώτου ερωτήματος

25 Με το πρώτο ερώτημά του, το αιτούν δικαστήριο ζητεί, κατ’ ουσίαν, να διευκρινισθεί αν το άρθρο 1, παράγραφοι 1 έως 3, της οδηγίας 2009/24 έχει την έννοια ότι εμπίπτει στην προστασία που παρέχει η οδηγία αυτή το περιεχόμενο των μεταβλητών δεδομένων τα οποία εισάγονται από προστατευόμενο πρόγραμμα ηλεκτρονικού υπολογιστή στη μνήμη RAM ενός ηλεκτρονικού υπολογιστή και χρησιμοποιούνται από το πρόγραμμα αυτό κατά την εκτέλεσή του.

26 Προκαταρκτικώς, επισημαίνεται ότι, με τις παρατηρήσεις της, η Ευρωπαϊκή Επιτροπή υποστηρίζει ότι η επίμαχη στην κύρια δίκη ρύθμιση πρέπει να εκτιμηθεί όχι μόνον υπό το πρίσμα της οδηγίας 2009/24, αλλά και υπό το πρίσμα της οδηγίας 2001/29/ΕΚ του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου, της 22ας Μαΐου 2001, για την εναρμόνιση ορισμένων πτυχών του δικαιώματος του δημιουργού και συγγενικών δικαιωμάτων στην κοινωνία της πληροφορίας (ΕΕ 2001, L 167, σ. 10), και υποστηρίζει, συναφώς, ότι λογισμικό όπως το επίμαχο στην υπόθεση της κύριας δίκης συνιστά αναπαραγωγή έργου κατά την έννοια του άρθρου 2, στοιχείο αʹ, της ως άνω οδηγίας.

27 Συναφώς, διευκρινίζεται ότι, στο πλαίσιο της διαδικασίας συνεργασίας μεταξύ των εθνικών δικαστηρίων και του Δικαστηρίου την οποία θεσπίζει το άρθρο 267 ΣΛΕΕ, στο Δικαστήριο εναπόκειται να δώσει στο εθνικό δικαστήριο χρήσιμη απάντηση που να του παρέχει τη δυνατότητα να επιλύσει τη διαφορά της οποίας έχει επιληφθεί. Υπό το πρίσμα αυτό, το Δικαστήριο μπορεί να συναγάγει, από το σύνολο των στοιχείων που του παρέχει το εθνικό δικαστήριο, και ιδίως από το σκεπτικό της αποφάσεως περί παραπομπής, τους κανόνες και τις αρχές του δικαίου της Ένωσης που χρήζουν ερμηνείας, λαμβανομένου υπόψη του αντικειμένου της διαφοράς της κύριας δίκης, προκειμένου να αναδιατυπώσει τα ερωτήματα που του υποβάλλονται και να ερμηνεύσει όλες τις διατάξεις του δικαίου της Ένωσης στις οποίες χρειάζεται να στηριχθούν τα εθνικά δικαστήρια για να αποφανθούν επί των διαφορών των οποίων έχουν επιληφθεί, ακόμη και όταν δεν γίνεται ρητή μνεία των διατάξεων αυτών στα εν λόγω ερωτήματα (απόφαση της 19ης Δεκεμβρίου 2019, Airbnb Ireland, C 390/18, EU:C:2019:1112, σκέψη 36 και εκεί μνημονευόμενη νομολογία).

28 Ωστόσο, μόνο στο εθνικό δικαστήριο εναπόκειται να προσδιορίσει το αντικείμενο των ερωτημάτων που προτίθεται να υποβάλει στο Δικαστήριο. Επομένως, εφόσον από την αίτηση προδικαστικής αποφάσεως δεν προκύπτει η ανάγκη τοιαύτης αναδιατυπώσεως, το Δικαστήριο δεν μπορεί, κατόπιν αιτήματος ενός εκ των ενδιαφερομένων που μνημονεύονται στο άρθρο 23 του Οργανισμού του Δικαστηρίου της Ευρωπαϊκής Ένωσης, να εξετάσει ερωτήματα που δεν του υπέβαλε το εθνικό δικαστήριο. Αν το εθνικό δικαστήριο, λαμβανομένης υπόψη της εξελίξεως της διαφοράς, κρίνει αναγκαίο να λάβει συμπληρωματικά στοιχεία ερμηνείας του δικαίου της Ένωσης, στο ίδιο απόκειται να απευθυνθεί εκ νέου στο Δικαστήριο (απόφαση της 19ης Δεκεμβρίου 2019, Airbnb Ireland, C 390/18, EU:C:2019:1112, σκέψη 37).

29 Εν προκειμένω, και ελλείψει οποιασδήποτε μνείας της οδηγίας 2001/29 στο πρώτο προδικαστικό ερώτημα ή οποιουδήποτε άλλου στοιχείου στην απόφαση περί παραπομπής το οποίο να καθιστά αναγκαία την εκ μέρους του Δικαστηρίου ερμηνεία της προκειμένου να δοθεί χρήσιμη απάντηση στο αιτούν δικαστήριο, παρέλκει η εξέταση του ερωτήματος αυτού υπό το πρίσμα της εν λόγω οδηγίας. Τούτο ισχύει κατά μείζονα λόγο καθόσον το αιτούν δικαστήριο επισήμανε ρητώς στην απόφαση περί παραπομπής, χωρίς να αναφερθεί στην ανωτέρω οδηγία, ότι το ζήτημα ενδεχόμενης αναπαραγωγής δεν τίθεται στη διαφορά της κύριας δίκης.

30 Όσον αφορά την απάντηση στο υποβληθέν ερώτημα, υπενθυμίζεται ότι, κατά πάγια νομολογία, κατά την ερμηνεία διατάξεως του δικαίου της Ένωσης πρέπει να λαμβάνεται υπόψη όχι μόνον το γράμμα της, αλλά και το πλαίσιο στο οποίο εντάσσεται, οι σκοποί που επιδιώκονται με τη ρύθμιση της οποίας αποτελεί μέρος και, ενδεχομένως, το ιστορικό της θεσπίσεώς της (απόφαση της 23ης Νοεμβρίου 2023, Seven.One Entertainment Group, C 260/22, EU:C:2023:900, σκέψη 22 και εκεί μνημονευόμενη νομολογία).

31 Κατά πρώτον, όσον αφορά το γράμμα των επίμαχων διατάξεων, επισημαίνεται ότι το άρθρο 1 της οδηγίας 2009/24 καθορίζει, σύμφωνα με τον τίτλο του, το αντικείμενο της προστασίας των προγραμμάτων ηλεκτρονικών υπολογιστών.

32 Κατά την παράγραφο 1 του ως άνω άρθρου, τα προγράμματα ηλεκτρονικών υπολογιστών προστατεύονται με δικαιώματα πνευματικής ιδιοκτησίας ως λογοτεχνικά έργα κατά την έννοια της Συμβάσεως της Βέρνης. Η παράγραφος 2 του εν λόγω άρθρου επεκτείνει την προστασία αυτή σε «κάθε μορφή έκφρασης ενός προγράμματος ηλεκτρονικού υπολογιστή» και διευκρινίζει ότι οι ιδέες και οι αρχές στις οποίες βασίζεται οποιοδήποτε στοιχείο προγράμματος ηλεκτρονικού υπολογιστή, περιλαμβανομένων και εκείνων στις οποίες βασίζονται τα συστήματα διασυνδέσεώς του, δεν προστατεύονται με δικαιώματα πνευματικής ιδιοκτησίας βάσει της ανωτέρω οδηγίας. Εξάλλου, η παράγραφος 3 του ίδιου άρθρου ορίζει ότι ένα πρόγραμμα ηλεκτρονικού υπολογιστή προστατεύεται εφόσον είναι πρωτότυπο, υπό την έννοια ότι είναι αποτέλεσμα προσωπικής πνευματικής εργασίας του δημιουργού του, διευκρινίζοντας συγχρόνως ότι η προστασία του προγράμματος δεν εξαρτάται από την εφαρμογή κανενός άλλου κριτηρίου.

33 Επομένως, από το γράμμα του άρθρου 1 της οδηγίας 2009/24, και ειδικότερα από τις παραγράφους του 2 και 3, προκύπτει ότι προστατεύεται κάθε «μορφή έκφρασης» ενός προγράμματος ηλεκτρονικού υπολογιστή, εκτός από τις ιδέες και τις αρχές στις οποίες βασίζονται τα στοιχεία που το συνθέτουν, υπό την προϋπόθεση ότι το πρόγραμμα αυτό είναι πρωτότυπο, υπό την έννοια ότι είναι αποτέλεσμα προσωπικής πνευματικής εργασίας του δημιουργού του.

34 Όσον αφορά το περιεχόμενο της εννοίας αυτής, το Δικαστήριο έχει κρίνει, υπό το πρίσμα του άρθρου 1, παράγραφος 2, της οδηγίας 91/250, του οποίου το γράμμα είναι πανομοιότυπο με εκείνο του άρθρου 1, παράγραφος 2, της οδηγίας 2009/24 και του οποίου η ερμηνεία μπορεί, ως εκ τούτου, να μεταφερθεί στην τελευταία αυτή διάταξη, ότι «μορφές έκφρασης» ενός προγράμματος ηλεκτρονικού υπολογιστή είναι εκείνες που καθιστούν δυνατή την αναπαραγωγή του σε διάφορες γλώσσες προγραμματισμού, όπως είναι ο πηγαίος και ο αντικειμενικός κώδικας (απόφαση της 22ας Δεκεμβρίου 2010, Bezpečnostní softwarová asociace, C 393/09, EU:C:2010:816, σκέψη 35).

35 Αντιθέτως, το Δικαστήριο έχει κρίνει ότι η γραφική διεπαφή χρήστη ενός προγράμματος ηλεκτρονικού υπολογιστή, η οποία δεν επιτρέπει την αναπαραγωγή του προγράμματος αυτού, αλλά αποτελεί απλώς στοιχείο του εν λόγω προγράμματος μέσω του οποίου οι χρήστες εκμεταλλεύονται τις λειτουργικές δυνατότητες του προγράμματος, δεν συνιστά μορφή εκφράσεως προγράμματος ηλεκτρονικού υπολογιστή κατά την έννοια της διατάξεως αυτής (πρβλ. απόφαση της 22ας Δεκεμβρίου 2010, Bezpečnostní softwarová asociace, C 393/09, EU:C:2010:816, σκέψεις 41 και 42).

36 Ομοίως, έχει κρίνει ότι ούτε οι λειτουργικές δυνατότητες ενός προγράμματος ηλεκτρονικού υπολογιστή ούτε η γλώσσα προγραμματισμού και ο μορφότυπος αρχείων δεδομένων που χρησιμοποιούνται στο πλαίσιο ενός προγράμματος ηλεκτρονικού υπολογιστή για την εκμετάλλευση ορισμένων λειτουργιών του συνιστούν μορφή εκφράσεως του προγράμματος αυτού, κατά την έννοια της εν λόγω διατάξεως. Πράγματι, η παραδοχή ότι η λειτουργική δυνατότητα προγράμματος ηλεκτρονικού υπολογιστή μπορεί να τύχει προστασίας με το δικαίωμα πνευματικής ιδιοκτησίας θα συνεπαγόταν τη δυνατότητα μονοπωλήσεως των ιδεών, εις βάρος της τεχνικής προόδου και της βιομηχανικής αναπτύξεως (πρβλ. απόφαση της 2ας Μαΐου 2012, SAS Institute, C 406/10, EU:C:2012:259, σκέψεις 39 και 40).

37 Επομένως, από το γράμμα του άρθρου 1, παράγραφος 2, της οδηγίας 2009/24 προκύπτει, όπως επισήμανε ο γενικός εισαγγελέας στο σημείο 37 των προτάσεών του, ότι ο πηγαίος κώδικας και ο αντικειμενικός κώδικας εμπίπτουν στην έννοια της «μορφής έκφρασης» προγράμματος ηλεκτρονικού υπολογιστή κατά τη διάταξη αυτήν, καθόσον καθιστούν δυνατή την αναπαραγωγή ή τη δημιουργία του προγράμματος αυτού σε μεταγενέστερο στάδιο, ενώ άλλα στοιχεία του, όπως μεταξύ άλλων οι λειτουργικές δυνατότητές του, δεν προστατεύονται από την οδηγία 2009/24. Η εν λόγω οδηγία δεν προστατεύει ούτε τα στοιχεία μέσω των οποίων οι χρήστες εκμεταλλεύονται τέτοιες λειτουργικές δυνατότητες, αλλά τα οποία δεν καθιστούν δυνατή τέτοια αναπαραγωγή ή μεταγενέστερη δημιουργία του εν λόγω προγράμματος.

38 Όπως επισήμανε ο γενικός εισαγγελέας στα σημεία 38 και 40 των προτάσεών του, η προστασία την οποία εγγυάται η οδηγία 2009/24 περιορίζεται στην πνευματική δημιουργία όπως αποτυπώνεται στο κείμενο του πηγαίου κώδικα και του αντικειμενικού κώδικα και, ως εκ τούτου, στην κειμενική έκφραση του προγράμματος ηλεκτρονικού υπολογιστή στους κώδικες αυτούς, οι οποίοι αποτελούν, έκαστος, ένα σύνολο εντολών σύμφωνα με τις οποίες ο ηλεκτρονικός υπολογιστής οφείλει να εκτελεί τις εργασίες που προβλέπονται από τον δημιουργό του προγράμματος.

39 Κατά δεύτερον, η ερμηνεία αυτή, η οποία στηρίζεται στο γράμμα των επίμαχων διατάξεων, επιρρωννύεται από το πλαίσιο, ιδίως του διεθνούς δικαίου, στο οποίο εντάσσονται οι ανωτέρω διατάξεις.

40 Συναφώς, πρώτον, όπως ακριβώς και το άρθρο 1, παράγραφος 1, της οδηγίας 2009/24, το άρθρο 10, παράγραφος 1, της συμφωνίας TRIPS προβλέπει ότι τα προγράμματα ηλεκτρονικών υπολογιστών, είτε σε πηγαίο κώδικα είτε σε αντικειμενικό κώδικα, προστατεύονται ως λογοτεχνικά έργα δυνάμει της Συμβάσεως της Βέρνης.

41 Το δε Δικαστήριο έχει ήδη υπενθυμίσει, υπό το πρίσμα του άρθρου 2, παράγραφος 1, της συμφωνίας TRIPS, καθώς και του άρθρου 2 της Συνθήκης του ΠΟΔΙ για την πνευματική ιδιοκτησία και του άρθρου 9, παράγραφος 2, της συμφωνίας TRIPS, ότι μπορούν να προστατευθούν βάσει του δικαιώματος πνευματικής ιδιοκτησίας οι εκφράσεις και όχι οι ιδέες, οι διαδικασίες, οι μέθοδοι λειτουργίας ή οι μαθηματικές έννοιες αυτές καθεαυτές (απόφαση της 13ης Νοεμβρίου 2018, Levola Hengelo, C 310/17, EU:C:2018:899, σκέψη 39 και εκεί μνημονευόμενη νομολογία).

42 Δεύτερον, η ανωτέρω ερμηνεία επιρρωννύεται επίσης από το προοίμιο της οδηγίας 2009/24.

43 Κατ’ αρχάς, η αιτιολογική σκέψη 7 της οδηγίας 2009/24 αναφέρει ότι ο όρος «πρόγραμμα ηλεκτρονικού υπολογιστή» περιλαμβάνει επίσης την προπαρασκευαστική εργασία σχεδιασμού που οδηγεί στην κατάρτιση ενός προγράμματος, εφόσον η φύση της προπαρασκευαστικής εργασίας είναι τοιαύτη ώστε το πρόγραμμα του ηλεκτρονικού υπολογιστή να μπορεί να προκύψει από αυτή σε μεταγενέστερο στάδιο.

44 Περαιτέρω, από την αιτιολογική σκέψη 11 της οδηγίας 2009/24 προκύπτει ότι δεν προστατεύονται βάσει αυτής οι ιδέες και οι αρχές στις οποίες στηρίζονται τα διάφορα στοιχεία ενός προγράμματος, όπως είναι οι ιδέες και οι αρχές που αποτελούν τη βάση της λογικής, των αλγορίθμων και των γλωσσών προγραμματισμού, δεδομένου ότι μόνον η έκφραση των ιδεών και των αρχών αυτών προστατεύεται από τα δικαιώματα πνευματικής ιδιοκτησίας.

45 Παρέπεται, τέλος, κατά την αιτιολογική σκέψη 15 της οδηγίας 2009/2, ότι, όσον αφορά τα αποκλειστικά δικαιώματα του δικαιούχου, συνιστούν προσβολή των αποκλειστικών δικαιωμάτων του δημιουργού η άνευ αδείας αναπαραγωγή, μετάφραση, προσαρμογή ή μετατροπή «της μορφής του κώδικα με τον οποίο έχει δοθεί ένα αντίγραφο προγράμματος ηλεκτρονικού υπολογιστή».

46 Κατά τρίτον, η ερμηνεία που παρατίθεται στη σκέψη 37 της παρούσας αποφάσεως είναι σύμφωνη με τους σκοπούς που επιδιώκει η νομική προστασία των προγραμμάτων ηλεκτρονικών υπολογιστών βάσει της οδηγίας 2009/24.

47 Συναφώς, όπως υπογράμμισε ο γενικός εισαγγελέας στο σημείο 41 των προτάσεών του, ο σκοπός τον οποίο επιδιώκει το καθεστώς προστασίας των προγραμμάτων ηλεκτρονικών υπολογιστών που θέσπισε ο νομοθέτης της Ένωσης είναι, όπως προκύπτει από την αιτιολογική σκέψη 2 της οδηγίας 2009/24, η προστασία των δημιουργών των προγραμμάτων έναντι της άνευ αδείας αναπαραγωγής των προγραμμάτων αυτών, η οποία έχει καταστεί πάρα πολύ ευχερής και ελάχιστα δαπανηρή εντός του ψηφιακού περιβάλλοντος, καθώς και έναντι της διαθέσεως στο εμπόριο «πειρατικών» αντιγράφων τους. Συγκεκριμένα, η αιτιολογική αυτή σκέψη υπενθυμίζει ότι η κατάρτιση προγραμμάτων ηλεκτρονικών υπολογιστών απαιτεί την ανάλωση σημαντικών ανθρώπινων, τεχνικών και οικονομικών πόρων, ενώ η αντιγραφή τους είναι δυνατή με κόστος πολύ μικρότερο του κόστους που απαιτείται για τον ανεξάρτητο σχεδιασμό τους.

48 Αντιθέτως, όπως προκύπτει από τα σημεία 3.6 και 3.12 της αιτιολογικής εκθέσεως της προτάσεως οδηγίας του Συμβουλίου για τη νομική προστασία των προγραμμάτων ηλεκτρονικών υπολογιστών, υποβληθείσα στις 5 Ιανουαρίου 1989 (ΕΕ 1989, C 91, σ. 4), επί τη βάσει της οποίας εκδόθηκε η οδηγία 91/250, το νομικό καθεστώς προστασίας των προγραμμάτων ηλεκτρονικών υπολογιστών δεν δημιουργεί μονοπώλιο το οποίο να εμποδίζει την ανεξάρτητη δημιουργία και, επομένως, δεν εμποδίζει την τεχνική πρόοδο. Προσέτι, οι ανταγωνιστές είναι ελεύθεροι, εφόσον αποδεικνύουν με ανεξάρτητη ανάλυση ποιες ιδέες, κανόνες ή αρχές χρησιμοποιήθηκαν, να εφαρμόσουν με τον δικό τους τρόπο τις ιδέες, κανόνες ή αρχές, προκειμένου να δημιουργήσουν συμβατά προϊόντα. Εξάλλου, μπορούν να βασισθούν στην ίδια ιδέα, αλλά δεν μπορούν να χρησιμοποιήσουν την ίδια έκφραση άλλων προστατευόμενων προγραμμάτων.

49 Κατά τα λοιπά, όπως αναφέρεται στην αιτιολογική σκέψη 10 της οδηγίας 2009/24, λειτουργία ενός προγράμματος ηλεκτρονικών υπολογιστών είναι η επικοινωνία και η συνεργασία με τις άλλες μονάδες ενός συστήματος ηλεκτρονικών υπολογιστών και με τους χρήστες και, για τον σκοπό αυτόν, απαιτείται λογική διασύνδεση και σε ορισμένες περιπτώσεις υλική διασύνδεση, καθώς και αλληλεπίδραση, ώστε να δίνεται η δυνατότητα σε όλα τα στοιχεία του λογισμικού και του υλικού να συνεργαστούν, με όλους τους τρόπους λειτουργίας τους, με άλλα λογισμικά και υλικά καθώς και με τους χρήστες.

50 Εν προκειμένω, το αιτούν δικαστήριο παρατηρεί ότι το λογισμικό της Datel εγκαθίσταται από τον χρήστη στην κονσόλα PSP και εκτελείται ταυτόχρονα με το λογισμικό του παιχνιδιού. Προσθέτει ότι το λογισμικό αυτό δεν τροποποιεί ούτε αναπαράγει τον αντικειμενικό κώδικα, ούτε τον πηγαίο κώδικα, ούτε την εσωτερική δομή και την οργάνωση του λογισμικού της Sony που χρησιμοποιείται στην κονσόλα PSP, αλλά περιορίζεται στην τροποποίηση του περιεχομένου των μεταβλητών που εισάγονται προσωρινά από τα παιχνίδια της Sony στη μνήμη RAM της κονσόλας PSP, οι οποίες χρησιμοποιούνται κατά την εξέλιξη της ροής του παιχνιδιού, ούτως ώστε το παιχνίδι να εξελίσσεται βάσει των τροποποιηθεισών αυτών μεταβλητών.

51 Προσέτι, όπως προκύπτει από το σκεπτικό της αποφάσεως περί παραπομπής, είναι σαφές ότι το λογισμικό της Datel, καθόσον τροποποιεί μόνον το περιεχόμενο των μεταβλητών οι οποίες εισάγονται από προστατευόμενο πρόγραμμα ηλεκτρονικού υπολογιστή στη μνήμη RAM ηλεκτρονικού υπολογιστή και χρησιμοποιούνται από το πρόγραμμα αυτό κατά την εκτέλεσή του, δεν καθιστά, αυτό καθεαυτό, δυνατή την αναπαραγωγή του εν λόγω προγράμματος ούτε μέρους αυτού, αλλά προϋποθέτει, αντιθέτως, την ταυτόχρονη εκτέλεση του εν λόγω προγράμματος. Όπως υπογράμμισε, κατ’ ουσίαν, ο γενικός εισαγγελέας στο σημείο 48 των προτάσεών του, το περιεχόμενο των μεταβλητών συνιστά, επομένως, στοιχείο του εν λόγω προγράμματος μέσω του οποίου οι χρήστες εκμεταλλεύονται τις λειτουργικές δυνατότητες ενός τέτοιου προγράμματος, το οποίο δεν προστατεύεται ως «μορφή έκφρασης» ενός προγράμματος ηλεκτρονικού υπολογιστή κατά την έννοια του άρθρου 1, παράγραφος 2, της οδηγίας 2009/24, όπερ απόκειται στο αιτούν δικαστήριο να διαπιστώσει.

52 Κατόπιν των ανωτέρω σκέψεων, στο πρώτο προδικαστικό ερώτημα προσήκει η απάντηση ότι το άρθρο 1, παράγραφοι 1 έως 3, της οδηγίας 2009/24 έχει την έννοια ότι δεν εμπίπτει στην προστασία που παρέχει η οδηγία αυτή το περιεχόμενο των μεταβλητών δεδομένων τα οποία εισάγονται από προστατευόμενο πρόγραμμα ηλεκτρονικού υπολογιστή στη μνήμη RAM ενός ηλεκτρονικού υπολογιστή και χρησιμοποιούνται από το πρόγραμμα αυτό κατά την εκτέλεσή του, στον βαθμό που το συγκριμένο περιεχόμενο δεν παρέχει τη δυνατότητα αναπαραγωγής ή μεταγενέστερης δημιουργίας ενός τέτοιου προγράμματος.

Επί του δευτέρου προδικαστικού ερωτήματος

53 Κατόπιν της απαντήσεως που δόθηκε στο πρώτο προδικαστικό ερώτημα, παρέλκει η απάντηση στο δεύτερο ερώτημα.

Επί των δικαστικών εξόδων

54 Δεδομένου ότι η παρούσα διαδικασία έχει ως προς τους διαδίκους της κύριας δίκης τον χαρακτήρα παρεμπίπτοντος που ανέκυψε ενώπιον του αιτούντος δικαστηρίου, σ’ αυτό εναπόκειται να αποφανθεί επί των δικαστικών εξόδων. Τα έξοδα στα οποία υποβλήθηκαν όσοι υπέβαλαν παρατηρήσεις στο Δικαστήριο, πλην των ως άνω διαδίκων, δεν αποδίδονται.

Για τους λόγους αυτούς, το Δικαστήριο (πρώτο τμήμα) αποφαίνεται:

Το άρθρο 1, παράγραφοι 1 έως 3, της οδηγίας 2009/24/ΕΚ του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου, της 23ης Απριλίου 2009, για τη νομική προστασία των προγραμμάτων ηλεκτρονικών υπολογιστών,

έχει την έννοια ότι:

δεν εμπίπτει στην προστασία που παρέχει η οδηγία αυτή το περιεχόμενο των μεταβλητών δεδομένων τα οποία εισάγονται από προστατευόμενο πρόγραμμα ηλεκτρονικού υπολογιστή στη μνήμη RAM ενός ηλεκτρονικού υπολογιστή και χρησιμοποιούνται από το πρόγραμμα αυτό κατά την εκτέλεσή του, στον βαθμό που το συγκριμένο περιεχόμενο δεν παρέχει τη δυνατότητα αναπαραγωγής ή μεταγενέστερης δημιουργίας ενός τέτοιου προγράμματος.

(υπογραφές)