Ενδοοικογενειακή Βία: Νομική Τεκμηρίωση

Η αυστηρότητα του ποινικού νόμου για την ενδοοικογενειακή βία πρέπει να συμβαδίζει με την ακρίβεια της νομικής τεκμηρίωσης.

ΟΙΚΟΓΕΝΕΙΑΚΌ ΔΊΚΑΙΟ

Αικατερίνη Ιωαννίδου

10/18/20251 λεπτά ανάγνωσης

ΑΠ 962/2024

Η απόφαση ΑΠ 962/2024 του ΣΤ' Ποινικού Τμήματος του Αρείου Πάγου αποτελεί σημαντική νομική παρέμβαση σε υπόθεση ενδοοικογενειακής σωματικής βλάβης, αναδεικνύοντας δύο κομβικά δικονομικά και ουσιαστικά ζητήματα: τον εμπρόθεσμο χαρακτήρα της προβολής ακυροτήτων και την αυστηρή απαίτηση ειδικής αιτιολογίας για το είδος της σωματικής βλάβης.

Στην υπόθεση, οι κατηγορούμενοι έθεσαν θέμα απόλυτης ακυρότητας λόγω της μη διερεύνησης της ποινικής διαμεσολάβησης (Ν. 3500/2006). Ο Άρειος Πάγος απέρριψε τον ισχυρισμό, τονίζοντας δύο σημεία:

  1. Κάλυψη Ακυροτήτων: Η τυχόν ακυρότητα αφορούσε την προδικασία και έπρεπε να προβληθεί πριν η παραπομπή στο ακροατήριο καταστεί αμετάκλητη. Καθώς η παραπεμπτική απόφαση δεν είχε προσβληθεί εγκαίρως, η ακυρότητα καλύφθηκε δικονομικά.

  2. Ματαίωση: Ακόμη και ουσιαστικά, η δυνατότητα διαμεσολάβησης είχε διερευνηθεί αρχικά από την Εισαγγελία, αλλά ματαιώθηκε λόγω της ρητής αντίθεσης της εγκαλούσας, νομιμοποιώντας τη συνέχιση της ποινικής δίωξης.

Το κύριο νομικό σφάλμα της καταδικαστικής απόφασης του Εφετείου εντοπίστηκε στην έλλειψη ειδικής και εμπεριστατωμένης αιτιολογίας σχετικά με τη βαρύτητα των τραυματισμών. Η διάκριση μεταξύ απλής και εντελώς ελαφράς σωματικής βλάβης έχει κομβική σημασία στον Ν. 3500/2006.

Ο Άρειος Πάγος, ακολουθώντας πάγια νομολογία (βλ. ενδεικτικά ΑΠ 446/2022), έκρινε ότι το δικαστήριο ουσίας δεν προσδιόρισε με σαφήνεια το είδος των κακώσεων (στην πηχεοκαρπική, τη γνάθο και το γόνατο) ώστε να μπορεί να κριθεί αν επρόκειτο για απλή ή εντελώς ελαφρά σωματική βλάβη. Όπως ρητά αναφέρεται στο σκεπτικό: «Ειδικότερα, ποινικοποιείται η ενδοοικογενειακή σωματική βλάβη, υπό την έννοια της πρόκλησης... απλής σωματικής κάκωσης ή βλάβης της υγείας ή εντελώς ελαφράς σωματικής κάκωσης ή βλάβης της υγείας μετά από συνεχή συμπεριφορά, με συνέπεια, αν η εντελώς ελαφρά σωματική κάκωση ή βλάβη της υγείας προξενήθηκε όχι μετά από συνεχή συμπεριφορά, δεν τιμωρείται κατά το παραπάνω άρθρο 6 παρ. 1 του ν. 3500/2006, αλλά κατά τη διάταξη του άρθρου 308 παρ.1 εδ. β' του ΠΚ.»

Καθώς το Εφετείο δεν αιτιολόγησε γιατί η βλάβη δεν ήταν «εντελώς ελαφρά» (που σε περίπτωση μεμονωμένης πράξης δεν επισύρει την αυστηρή ποινή του Ν. 3500/2006, ενώ θα μπορούσε ακόμα και να έχει παραγραφεί ως πταίσμα υπό το προϊσχύον δίκαιο), κατέστη «...ανέφικτος ο αναιρετικός έλεγχος για την ύπαρξη και το είδος της προξενηθείσας σωματικής βλάβης ως απλής ή όλως ελαφράς και της ορθής εφαρμογής των οικείων διατάξεων... οι οποίες έτσι παραβιάστηκαν εκ πλαγίου.»

Ο Άρειος Πάγος αναίρεσε κατά το προσβληθέν μέρος της την απόφαση, καθώς η νομική υπαγωγή των πραγματικών περιστατικών δεν ήταν ορθή ούτε πλήρως αιτιολογημένη.

Συμπερασματικά, η απόφαση επιβεβαιώνει πως η αυστηρότητα του ποινικού νόμου για την ενδοοικογενειακή βία πρέπει να συμβαδίζει με την ακρίβεια της νομικής τεκμηρίωσης. Για να είναι νόμιμη μια καταδικαστική απόφαση, οφείλει να αιτιολογεί με πληρότητα, όχι μόνο την τέλεση της πράξης, αλλά και τη νομική της κατάταξη, ειδικά σε διαβαθμιζόμενα αδικήματα όπως η σωματική βλάβη. Η παράλειψη αυτής της ουσιώδους αιτιολόγησης οδηγεί στην αναίρεση της απόφασης και την εκ νέου εκδίκαση της υπόθεσης.

πηγή απόφασης: https://www.areiospagos.gr/